Το έργο τοποθετείται στη Νέα Υόρκη το 1957, και στο σύνολό του διαδραματίζεται σε ένα ζεστό απόγευμα και βράδυ στην αίθουσα συσκέψεων των ενόρκων του δικαστηρίου.
Οι δυο πράξεις καλύπτουν ακριβώς το χρονικό διάστημα της συζήτησης των ενόρκων.
Η δράση είναι συνεχής, χωρίς αλλαγή της τοποθεσίας, η οποία συμβάλλει στη συντριπτική αίσθηση της παράστασης, στη συναισθηματική ένταση και κλειστοφοβία.
Οι Δώδεκα Ένορκοι ξεκινούν τη στιγμή που το κύριο μέρος της ακροαματικής διαδικασίας έχει τελειώσει, με ένα δεκαεξάχρονο αγόρι από το γκέτο να δικάζεται για τη δολοφονία του πατέρα του.
Η ομάδα των ενόρκων που αποτελείται από δώδεκα άνδρες κλειδώνεται σε ένα δωμάτιο για να αποφασίσει για την τύχη του νεαρού αγοριού.
Όλα τα στοιχεία είναι εναντίον του αγοριού και η καταδικαστική απόφαση θα το έστελνε να πεθάνει στην ηλεκτρική καρέκλα.
Ο δικαστής ενημερώνει τους ενόρκους ότι βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σοβαρή απόφαση και ότι το δικαστήριο δεν θα δείξει καμία επιείκεια για το αγόρι, αν κριθεί ένοχο.
“Η παράσταση που έστησε η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη είναι άρτια, με συνεχή ροή και σαφή ζητούμενα από τους ηθοποιούς: έπρεπε να στήσουν μια ομάδα, με αντιθέσεις, στοιχεία συνοχής, με συνεχείς εναλλαγές συναισθημάτων, με οργή, κατανόηση και πειθώ.”
Κατια Σωτηριου, Mytheatro.gr
Όλα δηλαδή τα στοιχεία που θα έχει ένα καλό δικαστικό δράμα. Με όπλο το εξαιρετικό κείμενο που δεν περιέχει περιττές ατάκες και διαλόγους, οι 12 ηθοποιοί, με το μερίδιο του ο καθένας, ξεδιπλώνουν τις πτυχές του χαρακτήρα τους, προκαλώντας ακραία συναισθήματα στο θεατή: αντιπάθεια, οίκτο, περιέργεια, κατανόηση, συμπάθεια, συμπόνια.
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα mytheatro.gr για να διαβάσετε την πλήρη κριτική της παράστασης “Οι 12 Ένορκοι”.